20 Μαρτίου 2009

Τα εμπορεύματα

Τα εμπορεύματα να κοιτάς,
απ’ τ’ απογεύματα τι ζητάς

Το είχα καταλάβει ότι κάτι συμβαίνει μεταξύ εσένα και του σούπερ μάρκετ (ή υπεραγορά επί το ελληνικότερο). Δεν έφταναν παρά μόνο μερικά απανωτά τηλέφωνα που σου έκανα σε διάστημα 3 ημερών. Σε 3 από τις 4 περιπτώσεις σε πέτυχα στο σούπερ μάρκετ!

Απεναντίας, εγώ βαριέμαι αφάνταστα να πηγαίνω για ψώνια. Τα ράφια των ντουλαπιών και του ψυγείου μου το αποδεικνύουν απερίφραστα. Όταν είναι απαραίτητο και μόνο, πετάγομαι μέχρι το μπακάλικο του χωριού μου. Αυτό που επιμένω να το αποκαλώ μπακάλικο, ας είναι αυτός λόγος ασυνεννοησίας με τον υπόλοιπο κόσμο που προτιμά τον όρο σούπερ μάρκετ και παρά την τεραστίων διαστάσεων ταμπέλα στην πρόσοψη που επιμένει, στα αγγλικά πάντα, ότι είναι «Η υπεραγορά του χωριού».

Λέγοντας βέβαια μπακάλικο, μην πάει το μυαλό σου σε κάτι παλιακό, σαν αυτό του μαυραγορίτη- δωσίλογου Σπύρου Καλογήρου στην ταινία «Η δασκάλα με τα χρυσά μαλλιά». Όχι, εδώ πρόκειται για πλήρως εκσυγχρονισμένο κατάστημα. Διαφέρει βέβαια σε τρία βασικά σημεία από τα σούπερ μάρκετ: είναι σε μέγεθος small, με large τιμές (και ποιότητα, οφείλω να αναγνωρίσω) και με extra large ωράριο (όσο βάλει ο νου σου-ακόμα και τις Κυριακές, δεν το συζητώ δε για το καλοκαίρι).

Έχει επίσης την εξής ιδιομορφία: είναι του ποιοτικού γενικά, ελκυστικές ντομάτες, ατσαλάκωτα μαρούλια, φρέσκα μανιτάρια, γάλα ακόμα και Όλυμπος (το προτιμώ γιατί είναι γάλα από «σπίτι»), φυστικοβούτυρο (ένεκα του αγγλοτραφούς πληθυσμού που έχει κατακλύσει την περιοχή), μαρμέλαδα γεύση φρούτα του δάσους και ό, τι ζητήσει ο βιτσιόζος καταναλωτής που κρύβεις μέσα σου.

Όταν λέω είναι του ποιοτικού το εννοώ: ως και η μουσική υπόκρουση είναι τέτοια. Να, την Κυριακή ας πούμε που πέρασα από ‘κει για ντομάτες, γάλα και ψωμί (μην το κάνεις θέμα, ο φούρνος είναι δίπλα, αλλά ποιος να τρέχει τώρα…), ακουγόταν από τα ηχεία "Ζαβαρακατρανέμια Ζαβαρακατρανέμια ίλεως ίλεως ίλεως λάμα λάμα νάμα νάμα νέμια αλληλούια αλληλούια...". Eτσι διαλέγεις με άλλον αέρα την ντομάτα που όπως και να γίνει, όπου και να πας ντομάτα θα βρεις, αλλά με υπόκρουση τα ακαταλαβίστικα του Μαρκόπουλου που αλλού;

Χαζεύοντας τους χωριανούς μου (ε, άμα το σούπερ μάρκετ είναι μικρό, τα προϊόντα τα έχεις δει και ματαδει, αναγκάζεσαι να στρέψεις αλλού το ενδιαφέρον σου), έφτασα στο ψυγείο με τα γαλακτοκομικά και τον Ξυλούρη να υποστηρίζει «Πολύ κρύο, πολύ κρύο, πολύ κρύο εφέτος» και όντως, όπως και να το πάρεις, πολύ κρύο εφέτος.

Η μουσική μου περιπλάνηση τελειώνει στο ταμείο με το Γιάννη Ρίτσο να μου λέει -αργά και σταθερά -ώσπου εν τέλει με έπεισε για τα λεγόμενά του- «Και να αδελφέ μου που μάθαμε να κουβεντιάζουμε ήσυχα- ήσυχα και απλά, καταλαβαινόμαστε τώρα, καταλαβαινόμαστε τώρα, δε χρειάζονται περισσότερα». Έβγαλα τα χρήματα από την τσέπη. Δεν χρειάζονται περισσότερα.

Βάζω στοίχημα ότι όταν θα ξαναπάω, θα πετύχω τα «Μαλαματένια λόγια»!

ο παράς έχει ουρά κι έχω κλονιστεί
........................................................................

Επειδή πάλι βάρυνε το κλίμα, να δώσω τη δική μου (κωμικοτραγική) εμπειρία σχετικά με το αγρόκτημα που επιθυμείς να αποκτήσεις προς κάλυψη των ακόρεστων αναγκών σου. Mετά από ένα καλοκαίρι, που για λόγους που δεν εμπίπτουν στην βούληση μου, ανάλαβα ένα αποδεκατισμένο κοτέτσι, ένα ζευγάρι κουνέλια και μια κουτσή κατσίκα, έχω να σε ενημερώσω ότι όλα εξελίχθηκαν τραυματικά για ανθρώπους και ζώα.

Ξεκινώ από τους ανθρώπους: Ξύπνημα 6:30 π.μ. και με ένα μάτι κλειστό βουρ για φαγητό και νερό στα ζώα. Μεσημέρι, μόλις έφτανα σε ορατό σημείο και πριν καν μπω στην αυλή, χορωδιακά όλα μου υπενθύμιζαν τις υποχρεώσεις μου: στη σκιά η κατσίκα, άρμεγμα (με τη συνδρομή ειδικών δυνάμεων, βλ. γειτόνισσα) και φρέσκο φαγητό (πράσινο, όχι ετοιματζίδικες τροφές), τις κότες τις αγνοούσα, έχουν τρελές αν(τ)οχές (το συμπέρανα στην πράξη). Μέρα παρά μέρα τριγύριζα στους αγρούς για τα προς το ζην των ζώων.

Τα βάσανα των ζώων τώρα: Τα κουνέλια, γλυκύτατα και μουγκά, αποφάσισα να τα έχω σε ξεχωριστό κλουβί προς αποφυγή αναπαραγωγής. Αν οι γεννήσεις ήταν ανεξέλεγκτες θα προέκυπτε αναμφίβολα επισιτιστική κρίση.
Η κατσίκα από την πολύ ξηρά τροφή, παραλίγο να τινάξει τα πέταλα- την γύρισα στους καλυτέρους γιατρούς μπας και χωνέψει τα αχώνευτα. Η αλήθεια είναι ότι έβαλε κι αυτή τη μουσούδα της για να φτάσει σε αυτό το σημείο. Συγκεκριμένα, την έβαλε στο τσουβάλι με τα καλαμπόκια για τις κότες και σταμάτησε μόνο όταν ήταν πια αργά.
Οι κότες τώρα, επαναλαμβάνω τη βαθειά εκτίμησή μου στις αντοχές τους: Υπήρχαν μέρες που γύριζα βράδυ σπίτι και ξαναέφευγα για να γυρίσω το επόμενο βράδυ. «Που είναι το πρόβλημα;» θα μου πεις. Να σου υπενθυμίσω ότι οι κότες κοιμούνται νωρίς, οπότε δεν μπορούσα ποτέ να τους δώσω φαγητό σε ώρα που θα μπορούσαν να το φάνε. Μετά από αυτό κατέβηκαν σε διαμαρτυρία και έκαναν ένα αυγό όποτε και εάν, αλλά επέζησαν.
Επίσης, έχω πολλά να σου πω και για τα λαχανικά που είχα υπ’ ευθύνη μου. Αλλά να μην πλατειάζω άλλο: και εδώ τα πράγματα ήταν απογοητευτικά. Ένα παράδειγμα: Τα λάχανα που τρώμε τον χειμώνα, φυτεύονται από το καλοκαίρι και έτσι την πατήσανε κι αυτά. Μόνο που το πρόβλημα αποκαλύφθηκε πρόσφατα: δεν μπορώ να πω, εξ όψεως καλά φαινόταν, δυστυχώς αποδείχτηκαν κούφια! Για ντολμάδες πάντως, ότι πρέπει είναι!

Είσαι λοιπόν σίγουρος ότι η λύση στο πρόβλημά σου είναι το αγρόκτημα στην Κατεχάκη;

Όλες σου οι ανάγκες προμελετημένες, φάτε πιείτε μάγκες, έτοιμη ζωή



«Τα εμπορεύματα», στίχοι Λίνα Νικολακοπούλου, μουσική Νίκος Αντύπας, ερμηνεία Άλκηστις Πρωτοψάλτη, άλμπουμ «Υδρόγειες σφαίρες» 2000.

«Ζαβαρακατρανέμια»,
στίχοι- μουσική Γιάννης Μαρκόπουλος, πρώτη εκτέλεση Γιάννης Μαρκόπουλος για την ταινία του Γιώργου Σκαλενάκη «Επιχείρηση Απόλλων» 1968, η εκτέλεση με το Νίκο Ξυλούρη από το δίσκο «Διάλλειμα» 1971.

«Τούτες τις μέρες»
και «Και να αδελφέ μου» στίχοι Γιάννης Ρίτσος, μουσική Χρήστος Λεοντής, ερμηνεία Νίκος Ξυλούρης από το δίσκο «Καπνισμένο τσουκάλι» 1975.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου