28 Ιουνίου 2010

Η καταιγίδα

Από νωρίς άρχιζαν να μαζεύονται σύννεφα. Πελώρια, σταχτιά σύννεφα, σαν γκρίζοι καπνοί μετακινούνταν στον ουρανό σχηματίζοντας ακαθόριστα σχήματα και εκφράσεις. Κάλυψαν τα λιγοστά αστέρια -όσα οι πινακίδες νέον άφηναν να λάμψουν- και σιωπηλά σκέπασαν και το φεγγάρι. Προχθές είχε πανσέληνο σκέφτηκε, και κοίταξε το φεγγάρι που μέχρι πρότινος κρατουσε ολόκληρο το σχήμα του δίνοντας ένα χρώμα σέπιας στη βραδιά. Τώρα είχε καλυφθεί κι εκείνο από τα μεγάλα σταχτιά σύννεφα. Κι ετσι η ήσυχη αυτή νύχτα του Ιούνη είχε γίνει κατασκότεινη, μήτε αστέρια, μήτε φεγγάρι, μονάχα σιωπηλό σκοτάδι...

Μετά άρχισαν οι αστραπές. Μακρά ζιγκ ζαγκ φωτός στο μαύρο φόντο του Υμηττού, λαμπερές κλωστές που ξεκινούσαν από τις άκρες των σύννεφων κι έσβηναν στις κορφές και τα δέντρα του βουνού, σαν ένα τεράστιο έντομο με ηλεκτροφόρες κεραίες να έσκυβε πάνω από τον ορεινό όγκο.
Ακολούθησαν και οι βροντες, μακρυνό βουητό στον ορίζοντα, σαν μουγκρητό ανήμερου θηρίου -ανθρώπινου ίσως- τόσο διαπεραστικό που πάγωσε τους γείτονες. Εκείνη βέβαια δεν ταράχτηκε, ακόμα κι όταν οι πρώτοι κεραυνοί ακούστηκαν σαν ουράνιες εκρήξεις -λες κι ανατινάζονταν ταυτόχρονα όλα τα ουράνια σώματα του ηλιακού συστηματος- μόνο φαντάστηκε την Αφροδίτη να εκρήγνυται στο διάστημα κι από πάνω της να σχηματίζεται ένα τεράστιο μανιτάρι, σαν αυτό που είχε δει στο ντοκυμαντέρ για μια πόλη της Ιαπωνίας, δε θυμόταν όνομα.

Δε φοβόταν, παρότι ήταν μόνη. Τα τελευταία άλλωστε χρόνια μόνη έμενε στο μικρό δυαράκι στην ερημική αυτή γειτονιά. Είχε πάψει να φοβάται. Ούτε οι παράξενοι ήχοι την τρόμαζαν, μήτε τα σκυλιά του πάρκου που γρυλιζαν νύχτες ολόκληρες ή έκλαιγαν σε κάθε σειρήνα ασθενοφόρου - να δεις που οσμίζονται το θάνατο, μονολογούσε και σκέπαζε το κεφάλι της με το μαξιλάρι. Όταν λοιπόν άρχισαν οι κεραυνοί δε φοβήθηκε. Ούτε μελαγχόλησε που κάποτε υπήρχαν δυο μπράτσα να την τυλίγουν σε κάθε ξέσπασμα του καιρού. Στοιχημάτισε μόνο αν θα ρίξει χαλάζι και της καταστρέψει τα λουλούδια ή απλώς βροχή και βάλθηκε να συμμαζεύει τη βεράντα. Έπρεπε να μαζέψει και τα ξεχασμένα ρούχα, από το μεσημέρι είχαν στεγνώσει, ολόκληρα σύρματα με γυναικεία εσώρουχα και κάλτσες, πάει ο καιρός που η απλωστρα γέμιζε με το μαύρα σλιπάκια του άντρα της, τώρα μόνο κυλότες και καλσόν.

Η καταιγίδα την πρόλαβε. Οι πρώτες βαριές σταγόνες έπεσαν στο μέτωπό της και κύλισαν κατευθείαν στα μάγουλα και το στόμα. Πήγε να επιταχύνει αλλά μέσα σε λίγα δεπτερόλεπτα ένιωθε την καταρρακτώδη βροχή να την μαστιγώνει στους ώμους και στο σβέρκο. Γινόταν μούσκεμα.
Το ξεθωριασμένο γαλάζιο νυχτικό της είχε κολλήσει σκουρότερο πάνω της, σαν να το είχε αγοράσει θαλασσί, τα μαλλιά της έσταζαν στα μάτια της εμποδίζοντας να δει καθαρά, οι γάμπες της κατέβαζαν μικρά ρυάκια νερού. Άκουγε τον ήχο της βροχης στα κάγκελα του μπαλκονιού και πάλευε να μαζέψει τα ρούχα από τα σύρματα. Μάταιος κόπος. Τα στεγνά ήταν πια μούσκεμα, ένα βαρύ κουβάρι από βρεγμένα εσώρουχα να στάζουν στην αγκαλιά της, η προσωπική ζωή της ασήμαντα μπερδεμένη και υγρή να την βαραίνει καθώς προσπαθούσε να την προστατέψει από τη βροχή και να τη διαφυλλάξει μάταια, αφού θα ξαναέβαζε πλυντήριο, τα ρούχα αυτά δε φοριούνται μετά από τέτοια βροχή, έχουν παλιώσει κιόλας προ πολλού και είναι καιρός επιτέλους να τα ανανεώσει.

Κι εκεί στη μέση της βεράντας κάτω από την καταρρακτώδη βροχή αποφάσισε να τα βροντήξει. Άνοιξε απότομα την αγκαλιά της, έλυσε με χαρά τα χέρια της κι άδειασε τα βρεγμένα στο πλημμυρισμένο μπαλκόνι. Αφησε τα εσώρουχα να γλιστρήσουν ένα ένα, τα βαριά από τη βροχή και φθαρμένα
από τις ίδιες και τις ίδιες αναμνήσεις ζωντανά σύμβολα της βαλτωμένης της ερωτικής ζωής. Πέταξε κάτω όλο το παρελθόν της' τής φάνηκε ότι άκουσε τον ήχο του σπασίματος στα πόδια της, κεραυνοί και θρυμματιμένες αναμνήσεις μέσα σε λίμνες νερού και χώματα. Κι εκεί μες στη βροχή, πάνω στο σωρό από τα εσωρουχα έμεινε να απολαμβάνει την καταιγίδα...




Η καταιγίδα Astor Piazzola- Χρήστου Κανελλόπουλου. Ερμηνεία: Άλκηστις Πρωτοψάλτη. Αλμπουμ: "Πες μου θάλασσα" (2002).

24 Ιουνίου 2010

Παιδί με το γρατζουνισμένο γόνατο

Έλειψα δυο- τρεις μέρες και βρήκα το σπίτι σε κατάσταση πολιορκίας. Τα τέσσερα (ζωή να 'χουν) ανίψια είχαν καταλάβει κάθε ζωτικό χώρο του σπιτιού. Στα κρυφά πετούσαν τα παπούτσια τους και με τα πόδια και τα γόνατα γυμνά, αμολιόταν στα χώματα και στα καυτά τσιμέντα. Σαν τις αράχνες κρέμονταν από παντού, σαν το κισσό σκαρφάλωναν στα πάντα. Κάθε βήμα και εν δυνάμει ατύχημα: παντού στο πάτωμα μπάλες, μπαλάκια, παιχνίδια κι αυτοκινητάκια. Μπουλντόζες και φορτηγά φορτωμένα χώμα έκαναν ανατροπή οπουδήποτε, και εντός του σπιτιού. Τα φυτά κλαδεύτηκαν ακούσια, τα γατιά μετακόμισαν για να σώσουν την ουρά τους. Τα ποδήλατα, λιγότερα από τα παιδιά, δούλευαν με βάρδιες. Με την πρώτη ευκαιρία έπεφταν καρπαζιές και δαγκωματιές.

Παιδί με το γρατζουνισμένο γόνατο
κουρεμένο κεφάλι όνειρο ακούρευτο


Αν και ανέβαλα να πάρω καμιά- δυο μέρες άδεια που ήθελα για να ξεκουραστώ στο σπίτι (καταλαβαίνεις γιατί), δεν σου κρύβω ότι η κατάσταση (εκτός των περιπτώσεων που πιανόταν μαλλί με μαλλί, αν και κοντοκουρεμένα) ήταν άκρως απολαυστική. Αυτό δα μας έλλειπε, να ξυπνήσουν και το καταβαραθρωμένο μητρικό μου ένστικτο!

(ΥΓ. Δυο μέρες ακόμα να μείνουν και το βλέπω το ένστικτο να γυρνά στη θέση του)


"Παιδί με το γρατζουνισμένο γόνατο", των Οδυσσέα Ελύτη- Γιάννη Μαρκόπουλου, ερμηνεία Μαρία Δημητριάδη από το δίσκο "Ήλιος ο Πρώτος" (1969).Το τραγούδι επίσης συμπεριλαμβάνεται στη συλλογή "Η Μαρία Δημητριάδη τραγουδά τους μεγάλους συνθέτες" (1995).

20 Ιουνίου 2010

Μετρώντας δειλινά...

Καλά τα βγάζει πέρα η μοναξιά
φτωχικά αλλά τίμια.

Κάπως έτσι λοιπόν τη βγάζω,
φτωχικά -στο πνεύμα των ημερών- και τίμια, σχεδόν καθαγιασμένα.

Από την άλλη, διάθεση για γράψιμο δεν έχω, και δεν ξέρω πού να ρίξω την ευθύνη.
Στην (ύποπτη) ηρεμία του Ιουνίου,
στη θερινή ραστώνη ή στην ακινησία των αισθημάτων;

Μόνο κάποιες ενδιαφέρουσες παραστάσεις του Φεστιβάλ Αθηνών με κινητοποιούν, αν και όχι τόσο εγκαίρως ώστε να βρω εισιτήρια σε όλες (μα καλά πόσοι ψευτοκουλτουριάρηδες μαζευτήκαμε σ αυτήν την πόλη;) και οι επικείμενες διακοπές μου στην Ισπανία.
Οι οποίες διακοπές είναι σε ενάμιση μήνα σχεδόν.

Τώρα που το σκέφτομαι, αργούν πολύ.





Δηλαδή τί; Μέχρι τότε θα μετράω δειλινά;


Καλά τα βγάζει πέρα η μοναξιά της Κικής Δημουλά. Απόσπασμα από το ποίημα Δεν έχεις τί να χάσεις. Χλόη Θερμοκηπίου, ἐκδόσεις Ἴκαρος, 2005

Τα δειλινά των Γιώργου Ζαμπέτα- Χαράλαμπου Βασιλειάδη. Ερμηνεία: Σταμάτης Κραουνάκης. Ηχητικό απόσπασμα από τη ραδιοφωνική εκπομπή του Γιώργου Τσάμπρα στο Δεύτερο Πρόγραμμα την παραμονή της πρωτοχρονιάς του 2010. Η πρώτη εκτέλεση ανήκει στη Βίκυ Μοσχολιού.
Το βίντεο της user StamXar.

16 Ιουνίου 2010

του έρωτα η στέρνα


Ζέστη, κι είναι μόνο η αρχή. Ζέστη το πρωί· όλο και κάποιος συνάδελφος οικειοποιείται το γραφείο μου, το μόνο με ανεμιστηράκι usb, να 'κανε και καμιά δουλειά γιατί εγώ έχω κατεβάσει τα ρολά και είναι μόνο15 του Ιούνη! Ζέστη και το μεσημέρι· το αυτοκίνητο βράζει σα χύτρα ταχύτητας, ναι, το παραδέχομαι είμαι σβέλτος οδηγός, όταν δεν αυτοπεριορίζομαι. Ζέστη και το απόγευμα στη θάλασσα, ζέστη εν γένει, γράφω και το λάπτοπ ξεφυσάει, λίβας σκέτος.
 



Ετούτο είναι ένα μπερδεμένο στ' αυτιά μου τραγούδι. Δεν είμαι σίγουρη πώς πάνε οι τόνοι και τα γράμματα "πέρνα-περνά", "στερνά- στέρνα". Είναι και το βιβλιαράκι του cd που γράφει τους στίχους στα κεφαλαία και μου αφήνει το περιθώριο να τα ανακατεύω κατά πως θέλω. Ακόμα κι εκεί που τη μια ακούω σχεδόν ξεκάθαρα "κι άμα ανάψουν τα στερνά και χαρώ", την άλλη πάλι κλονίζομαι. Με τέτοια ζέστη δεν μου ταιριάζει, διαλέγω μιαν άλλη εκδοχή, χωρίς ανησυχία για τα στερνά, αλλά με έμφαση στη στιγμή στην απτή πραγματικότητα: "κι άμα ανάψουν τα στέρνα και χαρώ"

 να του έρωτα η στέρνα για νερό 


"Έλα νιότη μου πέρνα", στίχοι Λίνα Νικολακοπούλου, μουσική Νίκος Αντύπας, ερμηνεία Χάρις Αλεξίου από το δίσκο "Δι ευχών" (1992).

7 Ιουνίου 2010

Καρφωτή

Σε μια λεπτή φωνητική γραμμή ισορροπείς
κρατώντας για αντίβαρο
ενός κούρου πεθαμένου το σώμα

Κοιτάς αφ υψηλού το χάος
μπλε και πνιγμένο
να κρέμεται κάτω από τα πέλματά σου

Με τις μύτες προσπαθείς
να διασχίσεις την τεντωμένη χορδή
κάθε βήμα σου παιανίζει ήχους επαναλβανόμενους
αναστεναγμούς συρτούς
αχ αχ αχ
αποκρίσεις ηρώων τραγικών
συμβιμβισμένων με την οργή της Ύβρεως.

Κι όπως η προσπάθειά σου σαλπίζει τη μη πτώση
τα δάχτυλά λυγίζουν από το συμβολισμό
οι παλάμες ανοίγουν αργά, το νεκρό άγαλμα σού γλιστρά
πέφτει σφυρίζοντας στο γαλάζιο κενό
Ακέραιο, καρφώνεται στη γαλάζια άβυσσο
Ζωντανο, προσγειώνεται σ' ένα κρουστό οδύνης
που θυμίζει ξεχασμένο στόχο στο έδαφος.

Από ψηλά εσύ
παρατηρείς το γκρέμισμα

το σφύριγμα της πτώσης
αφουγκράζεσαι
καταδύσεις φαντάζεσαι στο υγρό υποσυνείδητο
βουτιές στις πνιγμένες επιθυμίες χωρίς οξυγόνο και σκάφανδρο
κι έτσι ολομόναχος απομένεις ν' αγναντεύεις
τον άψυχο κούρο να παλεύει με τη ζωή...


Ιούνιος 2000




Καρφωτή των Γιώτας Κοτσέτα- Μυρτώς Κοντοβά. Ερμηνεία: Ελευθερία Αρβανιτάκη. Άλμπουμ: "Εκπομπή" (2001).